Μετάβαση στο περιεχόμενο

brise

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
brise brises

brise (fr) θηλυκό