Μετάβαση στο περιεχόμενο

checker

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

checker (en)

  1. o ταμίας σε ένα εμπορικό, αυτός που ελέγχει τις αγορές των πελατών και παίρνει από αυτούς το αντίτιμο της αγοράς
  2. το πούλι στο παιχνίδι της ντάμας

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]