chimpanzé

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʃɛ̃.pɑ̃.ze/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
chimpanzé chimpanzés

chimpanzé (fr)