Μετάβαση στο περιεχόμενο

citron

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

citron (en)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
citron citrons

citron (fr) αρσενικό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

citron (sv)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

citron (cs)