classificateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | classificateur | classificateurs |
θηλυκό | classificatrice | classificatrices |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
classificateur (fr)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη classifier