clean as a whistle
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Έκφραση
[επεξεργασία]clean as a whistle (en)
- πεντακάθαρος
- δεν έχω εμπλακεί σε άνομη πράξη
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- as clean as a whistle
clean as a whistle (en)