compañero
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | compañero | compañeros |
θηλυκό | compañera | compañeras |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
compañero (es) αρσενικό
- ο φίλος
- ο συνάδελφος