concombre
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
concombre | concombres |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]concombre (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
concombre | concombres |
concombre (fr) αρσενικό