concours
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
concours (fr) αρσενικό
- ο διαγωνισμός, αγώνες
- η συνεργασία
- η συνδρομή, η βοήθεια