confier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɔ̃.fje/
 

Ρήμα[επεξεργασία]

confier (fr)

  1. εμπιστεύομαι
  2. εκμυστηρεύομαι
  3. αναθέτω (π.χ. μια σημαντική δουλειά)
  4. παραδίδω (π.χ. κάτι που έχει ιδιαίτερη αξία)