conjoint
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | conjoint | conjoints |
θηλυκό | conjointe | conjointes |
conjoint (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | conjoint | conjoints |
θηλυκό | conjointe | conjointes |
conjoint (fr)