coolie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

coolie (en)

  1. ασιάτης ανειδίκευτος εργάτης
  2. άνθρωπος για χαμαλοδουλειά
  3. (μειωτικό) ασιάτης
  4. δούλος, σκλάβος