coup de soleil
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
coup de soleil | coups de soleil |
coup de soleil (fr) αρσενικό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- coup-de-soleil
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- coup de chaud
- insolation
- coup de soleil στη γαλλική Βικιπαίδεια