Μετάβαση στο περιεχόμενο

crematorium

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
crematorium < cremare

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

crematorium (la)



      ενικός         πληθυντικός  
crematorium crematoriums

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
crematorium < λατινική crematorium

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

crematorium (fr) αρσενικό