culinaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
culinaire | culinaires |
Επίθετο
[επεξεργασία]culinaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
culinaire | culinaires |
culinaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό