défensif
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | défensif | défensifs |
θηλυκό | défensive | défensives |
Επίθετο
[επεξεργασία]défensif (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | défensif | défensifs |
θηλυκό | défensive | défensives |
défensif (fr)