démagnétisation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
démagnétisation démagnétisations

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

démagnétisation (fr) θηλυκό