Μετάβαση στο περιεχόμενο

daffodil

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
daffodil daffodils

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

daffodil (en)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • daffodil στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια