demi-pension
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
demi-pension | demi-pensions |
demi-pension (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
demi-pension | demi-pensions |
demi-pension (fr) θηλυκό