Μετάβαση στο περιεχόμενο

destinée

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
destinée destinées

destinée (fr) θηλυκό