deuil
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
deuil | deuils |
deuil (fr) αρσενικό
- το πένθος
ενικός | πληθυντικός |
deuil | deuils |
deuil (fr) αρσενικό