diagnostic
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]diagnostic (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
diagnostic | diagnostics |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]diagnostic (fr) αρσενικό
- η διάγνωση