dithering
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]dithering (en)
- η αμφιταλάντευση, η αμφιβολία
- μικρός κλυδωνισμός (συνήθως διαρκής)
Μετοχή
[επεξεργασία]dithering (en)
dithering (en)
dithering (en)