dithyrambe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /di.ti.ʁɑ̃b/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
dithyrambe | dithyrambes |
dithyrambe (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
dithyrambe | dithyrambes |
dithyrambe (fr) αρσενικό