dividere
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dividere (it)
- διαιρώ
- κάνω μια διαίρεση στα μαθηματικά