dramatisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- dramatisation < dramatiser
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /dʁa.ma.ti.za.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
dramatisation | dramatisations |
dramatisation (fr) θηλυκό