dudek
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
dudek (eo)
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dudek (pl)
- (πτηνό), (κοινά) το πουλί τσαλαπετεινός
- (μεταφορικά) ο βλάκας