duppy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τζαμαϊκανά κρεολικά (jam)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈdʌpɪ/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : du‐ppy
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
duppy | duppy dem |
duppy (jam)
- το πνεύμα ενός ανθρώπου, το φάντασμα
- ※ Far ef is you alone, an' yu hear yu name a call, is duppy dat a call yu, so nuh ansa back at all![1]
- Εάν είσαι μόνος και ακούς κάποιον να καλεί το όνομά σου, μην απαντήσεις καθόλου. Επειδή είναι φάντασμα.
- ※ Far ef is you alone, an' yu hear yu name a call, is duppy dat a call yu, so nuh ansa back at all![1]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
Duppy στην αγγλική Βικιπαίδεια
[επεξεργασία]
- ↑ Shelley Sykes-Coley (2018) (στα τζαμαϊκανά). Chat ’Bout!: An Anthology of Jamaican Conversations. ISBN 978-1-9822-0095-4. books.google