dysenterie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
dysenterie dysenteries

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dysenterie (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]