easy does it
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
easy does it (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) με το μαλακό, χρησιμοποιείται για να πει σε κάποιον να κάνει κάτι αργά και προσεκτικά
- ↪ Easy does it, we’re in no rush.
- Με το μαλακό, δεν βιαζόμαστε.
- ↪ Easy does it, we’re in no rush.