σάμαλι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σάμαλι < (άμεσο δάνειο) τουρκική şamali
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σάμαλι ουδέτερο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- σάμαλι στη Βικιπαίδεια