encouragement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɑ.ku.ʁaʒ.mɑ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
encouragement encouragements

encouragement (fr) αρσενικό