entrevue

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
entrevue entrevues

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

entrevue (fr) θηλυκό