enzyme
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
enzyme | enzymes |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]enzyme (en)
- το ένζυμο
- ⮡ The enzyme is naturally present in garlic.
- Το ένζυμο υπάρχει φυσικά στο σκόρδο.
- ⮡ The enzyme is naturally present in garlic.
Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
enzyme | enzymes |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]enzyme (fr) θηλυκό
- το ένζυμο