evaporate
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | evaporate |
γ΄ ενικό ενεστώτα | evaporates |
αόριστος | evaporated |
παθητική μετοχή | evaporated |
ενεργητική μετοχή | evaporating |
Ρήμα[επεξεργασία]
evaporate (en)