extrémiste

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
extrémiste extrémistes

extrémiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. εξτρεμιστικός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
extrémiste extrémistes

extrémiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. εξτρεμιστής - εξτρεμίστρια