falotement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
falotement < falote, θηλυκό του falot + -ment

Επίρρημα

[επεξεργασία]

falotement (fr)