fertilizer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fertilizer | fertilizers |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fertilizer (en)
ενικός | πληθυντικός |
fertilizer | fertilizers |
fertilizer (en)