filiation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
filiation | filiations |
filiation (fr) θηλυκό
- το γένος
- η αλληλουχία
ενικός | πληθυντικός |
filiation | filiations |
filiation (fr) θηλυκό