fixe-chaussette

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
fixe-chaussette < fixer + chaussette

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
fixe-chaussette fixe-chaussettes

fixe-chaussette (fr) αρσενικό