Μετάβαση στο περιεχόμενο

fondue

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
fondue fondues

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fondue (fr) θηλυκό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fondue (it)