φοντί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

φοντί τυριού
φοντί σοκολάτας φτιαγμένο σε ειδικό σκεύος

Ετυμολογία [επεξεργασία]

φοντί < γαλλική fondue

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

φοντί ουδέτερο άκλιτο (και φοντύ)

  • (γαστρονομία) γενική ονομασία για μαγειρικό παρασκεύασμα που περιλαμβάνει κυρίως λειωμένα με θερμότητα υλικά

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • η γραφή με γιώτα θεωρείται πιο σωστή λόγω ξενικής προέλευσης

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]