fryer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fryer | fryers |
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fryer (en)
- σκεύος για τηγάνισμα
ενικός | πληθυντικός |
fryer | fryers |
fryer (en)