giraffe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
giraffe (en)
- (ζωολογία) η καμηλοπάρδαλη
- Καμηλοπάρδαλις (αστερισμός)
Ολλανδικά (nl) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
giraffe (nl)