Μετάβαση στο περιεχόμενο

gisement

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
gisement gisements

gisement (fr) αρσενικό