highlander

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
highlander highlanders

Ετυμολογία [επεξεργασία]

highlander < highland + -er

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

highlander (en)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • hill people στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια