hostellerie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hostellerie | hostelleries |
hostellerie (fr) θηλυκό
- → δείτε τη λέξη hôtellerie
ενικός | πληθυντικός |
hostellerie | hostelleries |
hostellerie (fr) θηλυκό