impair
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | impair | impairs |
θηλυκό | impaire | impaires |
Επίθετο
[επεξεργασία]impair (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | impair | impairs |
θηλυκό | impaire | impaires |
impair (fr)