imparator

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
imparator < (άμεσο δάνειο) ιταλική imperatore

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /impɑɾɑˈtɔɾ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: im‐pa‐ra‐tor

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

imparator (tr)

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]