importo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

importo < in + porto

Ρήμα[επεξεργασία]

importo (la) & inporto (importō1, importāvī, importātum, importāre)

Κλίση[επεξεργασία]